Κακός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κακός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лош, зло, зной, лошо, лоша, грешно, лоши
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κακός
κακός είναι ο άνθρωπος που του αρέσει να ντροπιάζει τους άλλους, κακός ύπνος, κακός άνθρωπος, κακός ψυχρός κι ανάποδος, κακός λύκος μελίσσια, κακός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κακός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κακόβουλος στα βουλγαρικά - отмъстителен, злобен, злонамерено, злобната, злобно
- κακόμοιρος στα βουλγαρικά - негодяй, оскъден, окаян
- κακότροπος στα βουλγαρικά - свадлив, кора, подложната, хрупкав, хрупкава
- καλά στα βουλγαρικά - кладенец, добре, и, както, също, така
Τυχαίες λέξεις
Κακός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лош, зло, зной, лошо, лоша, грешно, лоши
Μεταφράσεις: лош, зло, зной, лошо, лоша, грешно, лоши