Καράτι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καράτι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
карат, каратово, карата, каратов, карати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καράτι
καράτι (καθαρότητα), καράτι γραμμάρια, 1 καράτι, καράτι χρυσού, καράτι διαμάντι, καράτι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καράτι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καπό στα βουλγαρικά - качулка, Худ, капак, абсорбатор, качулката
- καράτε στα βουλγαρικά - карате, Karate, по карате, каратето, на каратето
- καράφα στα βουλγαρικά - гарафа, кана, каната
- καρέ στα βουλγαρικά - чек, проверка, съдържание/състав, рамки, кадъра, дограма, кадри, ...
Τυχαίες λέξεις
Καράτι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: карат, каратово, карата, каратов, карати
Μεταφράσεις: карат, каратово, карата, каратов, карати