Κατακτώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κατακτώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
побеждавам, завладее, завладяване, покори, завладеят
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακτώ
κατακτώ αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ english, κατακτώ συνώνυμο, κατακτω συνώνυμα, κατακτώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κατακτώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κατακραυγή στα βουλγαρικά - крик, протест, врява, протести, възмущение, викове
- κατακτητής στα βουλγαρικά - завоевател, победител, покорител, завоевателя, победители
- κατακυρώνω στα βουλγαρικά - повалям, събарям, повали, събори, оберете
- κατακόκκινος στα βουλγαρικά - Вермилиън, Вермилион, Vermillion
Τυχαίες λέξεις
Κατακτώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: побеждавам, завладее, завладяване, покори, завладеят
Μεταφράσεις: побеждавам, завладее, завладяване, покори, завладеят