Κοινότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κοινότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
община, общност, Общността, на Общността
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινότητα
κοινότητα συνώνυμα, κοινότητα σαμαρίνας, κοινότητα των άμις, κοινότητα αφγανών, κοινότητα λογιστών, κοινότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κοινότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κοινόβιο στα βουλγαρικά - община, приорат, Priory, априори, клон на манастир, Приори
- κοινός στα βουλγαρικά - общ, обикновен, обща, общата, общия, общо
- κοινότυπος στα βουλγαρικά - банален, банално, Trite, изтъркано, банална
- κοινώς στα βουλγαρικά - обикновено, често, обикновено се, често се
Τυχαίες λέξεις
Κοινότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: община, общност, Общността, на Общността
Μεταφράσεις: община, общност, Общността, на Общността