Κυκλοφορία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κυκλοφορία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
движение, трафик, циркулация, обръщение, обращение, циркулацията
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυκλοφορία
κυκλοφορία περιοδικών, κυκλοφορία του αίματος, κυκλοφορία συνώνυμα, κυκλοφορία αθλητικών εφημερίδων, κυκλοφορία πλοίων, κυκλοφορία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κυκλοφορία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κυκλικός στα βουλγαρικά - кръгъл, кръгов, кръгова, кръгло, циркулярната
- κυκλοθυμικός στα βουλγαρικά - темпераментния, раздразнителен, в лошо настроение, подтиснат, унил, на настроения
- κυκλοφοριακός στα βουλγαρικά - circulative
- κυκλοφορώ στα βουλγαρικά - освобождение, проход, циркулира, циркулират, разпраща, разпространява, се движат
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοφορία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: движение, трафик, циркулация, обръщение, обращение, циркулацията
Μεταφράσεις: движение, трафик, циркулация, обръщение, обращение, циркулацията