Κόρνα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κόρνα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рог, клаксон, от рога, на клаксона
Κόρνα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόρνα

κόρνα μοτοσυκλέτας, κόρνα αέροσ, κόρνα αστυνομίας, κόρνα ποδηλάτου, κόρνα ναυτίλος, κόρνα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κόρνα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κόρα στα βουλγαρικά - корка, кора, коричка, кората, втвърден
  • κόρη στα βουλγαρικά - дъщеря, дочертай, дъщерята, на дъщеря, дъщерята на, дъще
  • κόσμημα στα βουλγαρικά - скъпоценен камък, бижу, перла, перлата
  • κόσμος στα βουλγαρικά - глобален, реалност, вселена, глобална, мир, общественост, земя, ...
Τυχαίες λέξεις
Κόρνα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: рог, клаксон, от рога, на клаксона