Κότσος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κότσος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кок, кифла, на кок, питка, кравай
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κότσος
κότσος μαλλιών, κότσος σινιόν, κότσος μπανάνα, κότσος με πλεξούδες, κότσος για σγουρά μαλλιά, κότσος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κότσος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κότα στα βουλγαρικά - корица, кокошка, кокоши, кокоше, кокошката, от кокоше
- κότερο στα βουλγαρικά - яхта, едномачтов платноход, платноход, писта разположени
- κότσυφας στα βουλγαρικά - кос, Blackbird, косът, Blackbird е, Блекбърд
- κόψιμο στα βουλγαρικά - сека, рязане, кройка, разрез, порязване, нарязани
Τυχαίες λέξεις
Κότσος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кок, кифла, на кок, питка, кравай
Μεταφράσεις: кок, кифла, на кок, питка, кравай