Ματαιοδοξία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ματαιοδοξία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
суета, тоалетка, суетата, суетност
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ματαιοδοξία
ματαιοδοξία ερμηνεια, ματαιοδοξία λεξικό, ματαιοδοξία συνώνυμα, ματαιοδοξία in english, ματαιοδοξία αγγλικά, ματαιοδοξία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ματαιοδοξία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μαστροπός στα βουλγαρικά - сводник, Pimp, сутеньор, сводника
- μασώ στα βουλγαρικά - жвачка, дъвча, дъвче, онанирам, сдъвквам
- ματαιόδοξος στα βουλγαρικά - надут, надута, възгордял, надути, високомерен
- ματαιότητα στα βουλγαρικά - суета, безполезност, безполезността, ненужност, за безполезност
Τυχαίες λέξεις
Ματαιοδοξία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: суета, тоалетка, суетата, суетност
Μεταφράσεις: суета, тоалетка, суетата, суетност