Μαυλίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μαυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
денеш, поощрявам, угоди, в услуга, угажда, оръдие
Μαυλίζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαυλίζω

μαυλίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μαυλίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ματιά στα βουλγαρικά - гледам, виж, погледнете, погледнем, да изглежда
  • ματώνω στα βουλγαρικά - кървя, кървене, кървят, кърви, да кървят
  • μαυρίζω στα βουλγαρικά - загар, овъглявам, CHAR, ЗНАК, Чар, овъгляване
  • μαυροπίνακας στα βουλγαρικά - черна дъска, черната дъска, дъска, черна, дъската
Τυχαίες λέξεις
Μαυλίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: денеш, поощрявам, угоди, в услуга, угажда, оръдие