Μοκέτα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μοκέτα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мокет, на мокет, мокети
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοκέτα
μοκέτα διάδρομος, μοκέτα για παιδικό δωμάτιο, μοκέτα με το μέτρο, μοκέτα τιμή, μοκέτα πλακάκι, μοκέτα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μοκέτα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μοιχικός στα βουλγαρικά - блуден, прелюбодеен, прелюбодейно, прелюбодейка, извънбрачна
- μοιχός στα βουλγαρικά - прелюбодеец, прелюбодееца
- μολάρω στα βουλγαρικά - кътник, моларен, Моларна, Molar, Моларно
- μολονότι στα βουλγαρικά - въпреки че, макар че, макар и, въпреки, макар
Τυχαίες λέξεις
Μοκέτα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мокет, на мокет, мокети
Μεταφράσεις: мокет, на мокет, мокети