Μύηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μύηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
започване, иницииране, започването, започване на, посвещение
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μύηση
μύηση ρέικι, μύηση στη μασονία, μύηση λεξικό, μύηση συνωνυμα, μύηση στο ονείρεμα, μύηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μύηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μόχθος στα βουλγαρικά - труд, мъка, трудя се, мъча се, тежък труд, мъки
- μύγα στα βουλγαρικά - летя, полет, билета, лети, летят
- μύθος στα βουλγαρικά - мит, мита, митове, митът
- μύλος στα βουλγαρικά - мелница, мелницата, фабрика, завод
Τυχαίες λέξεις
Μύηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: започване, иницииране, започването, започване на, посвещение
Μεταφράσεις: започване, иницииране, започването, започване на, посвещение