Ορυκτολογία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ορυκτολογία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
минералогия, минералогията, минералогичен, минералогичен състав
Ορυκτολογία στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορυκτολογία

ορυκτολογία κρυσταλλογραφία, ορυκτολογία βιβλίο, ορυκτολογία πετρολογία, ορυκτολογία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ορυκτολογία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • οροφή στα βουλγαρικά - покрив, покрива, на покрива, покривна, покривната
  • ορτύκι στα βουλγαρικά - пъдпъдък, пъдпъдъци, пъдпъдъците, пъдпъдъчени, пътпъдъци
  • ορυκτό στα βουλγαρικά - руда, минерален, минерал, минерална, минерални, минерално
  • ορυχείο στα βουλγαρικά - кариера, шахта, мина, мой, моя, Mine, ми
Τυχαίες λέξεις
Ορυκτολογία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: минералогия, минералогията, минералогичен, минералогичен състав