Περίοδος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: περίοδος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сезон, период, срок, периода, период на
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περίοδος
περίοδος μετά από αποβολή, περίοδος συμπτώματα, περίοδος και εγκυμοσύνη, περίοδος και βαφή μαλλιών, περίοδος εκπτώσεων, περίοδος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, περίοδος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- περίμενε στα βουλγαρικά - одата, очаквам, очакваме, очаквате, очакват, очаквайте
- περίοδο στα βουλγαρικά - сезон, период, срок, периода, период на
- περίοπτος στα βουλγαρικά - заметнем, виден, изтъкнат, видно, важна, известен
- περίπλοκος στα βουλγαρικά - сложен, сложно, сложна, сложни
Τυχαίες λέξεις
Περίοδος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сезон, период, срок, периода, период на
Μεταφράσεις: сезон, период, срок, периода, период на