Πρήζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πρήζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
издигане, подувам се, подувам, подуване, подпухвам, подувания
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρήζω
πρήζω english, πρήζω η πριζω, πρήζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πρήζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πρέπων στα βουλγαρικά - надлежен, подходящ, правилен, Правилното, Правилната
- πρέσβης στα βουλγαρικά - посланик, Ambassador, Посланикът, посланик на, Посланикът на
- πρήξιμο στα βουλγαρικά - подуване, оток, набъбване, отоци, подуване на
- πρίγκιπας στα βουλγαρικά - принц, княз, Prince, Принс, Пренс
Τυχαίες λέξεις
Πρήζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: издигане, подувам се, подувам, подуване, подпухвам, подувания
Μεταφράσεις: издигане, подувам се, подувам, подуване, подпухвам, подувания