Ρέλι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ρέλι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
граница, връзка от жизнено значение, спасително въже, жизнено значение, въже, спасителен пояс
Ρέλι στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρέλι

το ρέλι, ρέλι τι είναι, λοξό ρέλι, ρέλι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ρέλι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ράτσα στα βουλγαρικά - раса, гонки, порода, размножават, се размножават, отглеждат, породата
  • ράφι στα βουλγαρικά - стойка, полка, рафт, шелф, Срок, Срок на, срока
  • ρέψιμο στα βουλγαρικά - рогата, оригване, бълващ, бълващите, бълваше, бълват
  • ρέω στα βουλγαρικά - течение, тека, поток, дебит, потока, тече, на потока
Τυχαίες λέξεις
Ρέλι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: граница, връзка от жизнено значение, спасително въже, жизнено значение, въже, спасителен пояс