Σκοτώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σκοτώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
убийство, убивам, Слей, ще убие, заколи, Slay
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοτώνω
όνειρο σκοτώνω, σκοτώνω δάντης στίχοι, σκοτώνω συνώνυμα, σκοτώνω δάντης, σκοτώνω ονειροκρίτης, σκοτώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σκοτώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σκοτεινός στα βουλγαρικά - тъмнина, незнание, мрак, тъмен, тъмно, тъмна, тъмната, ...
- σκοτσέζος στα βουλγαρικά - шотландски, шотландския, Scottish, Шотландската, шотландското
- σκουντουφλώ στα βουλγαρικά - препъване, залитане, прегрешение, казвам неуверено, запъвам се
- σκουντώ στα βουλγαρικά - бутане, Nudge, побутване, сбутвам, смушкване
Τυχαίες λέξεις
Σκοτώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: убийство, убивам, Слей, ще убие, заколи, Slay
Μεταφράσεις: убийство, убивам, Слей, ще убие, заколи, Slay