Στουπί στα βουλγαρικά
Μετάφραση: στουπί, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στουπί
στουπί στο μεθύσι, στουπί λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στουπί στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- στοργή στα βουλγαρικά - привързаност, обич, любов, обичта, привързаността
- στοργικός στα βουλγαρικά - привързан, любящ, нежно, нежен, любяща
- στουρνάρι στα βουλγαρικά - кремък, твърда, твърдата, флинт, кремъчен
- στοχασμός στα βουλγαρικά - медитация, медитацията, на медитация, за медитация
Τυχαίες λέξεις
Στουπί στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб
Μεταφράσεις: теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб