Συσσωρεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συσσωρεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
купчина, куп, грамада, купчината, накуп
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσσωρεύω
συσσωρεύω συνώνυμα, συσσωρεύω στα αγγλικα, συσσωρεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συσσωρεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συσσωμάτωμα στα βουλγαρικά - агрегат, съвкупното, сборната, съвкупност, съвкупната
- συσσωματώνω στα βουλγαρικά - олицетворяха, въплъщавам, въплъщават, олицетворява, въплъти, въплъщава
- συσσώρευση στα βουλγαρικά - натопления, натрупване, натрупването, натрупване на, акумулиране, кумулиране
- συστέλλομαι στα βουλγαρικά - договор, сбръчквам, съсухрям се
Τυχαίες λέξεις
Συσσωρεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: купчина, куп, грамада, купчината, накуп
Μεταφράσεις: купчина, куп, грамада, купчината, накуп