Τεχνητός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τεχνητός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изкуствен, изкуствено, изкуствена, изкуствени, изкуственото
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεχνητός
τεχνητός γρανίτης, τεχνητός χλοοτάπητας τιμές, τεχνητός βικιλεξικο, τεχνητός χλοοτάπητας, τεχνητός φράχτης φυλλωμάτων, τεχνητός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τεχνητός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τεφρώδης στα βουλγαρικά - пепелив, пепеляво, пепеляв, пепелянката, бледен
- τεχνίτης στα βουλγαρικά - занаятчия, майстор, занаятчийска, занаятчийски, художник
- τεχνικά στα βουλγαρικά - технически, техническа, техническата, техническо, техническия
- τεχνική στα βουλγαρικά - техника, техниката, техниката на, техника на
Τυχαίες λέξεις
Τεχνητός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изкуствен, изкуствено, изкуствена, изкуствени, изкуственото
Μεταφράσεις: изкуствен, изкуствено, изкуствена, изкуствени, изкуственото