Τροχόσπιτο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τροχόσπιτο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
керван, каравана, караван, каравани, караваната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροχόσπιτο
τροχόσπιτο - τροχοβίλα, τροχόσπιτο μεταχειρισμένο, τροχόσπιτο fendt platin 650 tfd, τροχόσπιτο κύπρος, τροχόσπιτο caretta, τροχόσπιτο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τροχόσπιτο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τροχοπεδώ στα βουλγαρικά - тормоз, спирачка, спирачката, спирачна, спирачни, спирачния
- τροχός στα βουλγαρικά - обучение, велосипед, колело, колела, колесни, колесен
- τρούλος στα βουλγαρικά - купол, куполна, купола, куполни
- τρούφα στα βουλγαρικά - трюфел, трюфели, от трюфели, трюфелите, на трюфели
Τυχαίες λέξεις
Τροχόσπιτο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: керван, каравана, караван, каравани, караваната
Μεταφράσεις: керван, каравана, караван, каравани, караваната