Τόλμη στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τόλμη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
смелост, дръзновение, дързост, дързостта, имаме дръзновение
Τόλμη στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τόλμη

τόλμη και γοητεία επεισόδια, τόλμη και γοητεία, τόλμη και γοητεία ποιοι περασαν ποιοι έφυγαν και ποιοι συνεχίζουν ακόμη, τόλμη και γοητεία ετ3, τόλμη και γοητεία ηθοποιοί, τόλμη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τόλμη στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τωρινός στα βουλγαρικά - ток, текущ, текущата, настоящата, текущия
  • τόκος στα βουλγαρικά - лихва, интерес, интереси, лихвен, лихви
  • τόλμημα στα βουλγαρικά - венчър, предприятие, рисков, за рисков, дружество
  • τόνος στα βουλγαρικά - стрес, тон, давление, ударение, диалект, тонус, тонално, ...
Τυχαίες λέξεις
Τόλμη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: смелост, дръзновение, дързост, дързостта, имаме дръзновение