Υπεκφεύγω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: υπεκφεύγω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
игра на думи, извъртане, шикалкавене, залавям се за дреболии, дребно възражение
Υπεκφεύγω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπεκφεύγω

υπεκφεύγω ορισμος, υπεκφεύγω λεξικο, υπεκφεύγω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υπεκφεύγω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • υπασπιστής στα βουλγαρικά - адютант, адютанта, адютантът, адютантът на, адютанта си
  • υπατεία στα βουλγαρικά - служба на консул
  • υπεκφυγή στα βουλγαρικά - избягване, измами, на данъци, укриването на данъци, укриване
  • υπενθυμίζω στα βουλγαρικά - напомням, напомня, напомни, напомнят
Τυχαίες λέξεις
Υπεκφεύγω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: игра на думи, извъртане, шикалкавене, залавям се за дреболии, дребно възражение