Φυτεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: φυτεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
завод, растения, садило, посявам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυτεύω
φυτεύω φακές, φυτεύω τριανταφυλλιές, φυτεύω καρπούζια, φυτεύω πατάτες, φυτεύω καρότα, φυτεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φυτεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- φυτίλι στα βουλγαρικά - правите, фитил, тампон, фитила, тампона
- φυτεία στα βουλγαρικά - плантация, насаждения, насажденията, насаждение, плантации
- φυτοφάγο στα βουλγαρικά - тревопасно, вегетарианец, вегетариански, вегетарианска, вегетарианско, вегетарианци
- φυτρώνω στα βουλγαρικά - покълвам, напъпвам, карам да се развие, покълнат, покълват
Τυχαίες λέξεις
Φυτεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: завод, растения, садило, посявам
Μεταφράσεις: завод, растения, садило, посявам