Χειραγωγία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: χειραγωγία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
манипулатор, манипулаторната, на манипулатор, манипулатор на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειραγωγία
χειραγωγία ορισμός, χειραγωγία στην πνευματική ζωή, χειραγωγία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, χειραγωγία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- χειράμαξα στα βουλγαρικά - ръчна количка, количка, количката
- χειρίζομαι στα βουλγαρικά - дръжка, ръкохватка, справят, се справят, се справи
- χειραφέτηση στα βουλγαρικά - еманципация, освобождение, еманципацията, освобождаване, еманципацията на
- χειραφετώ στα βουλγαρικά - освобождава, освобождавам, давам политически права на, давам права на
Τυχαίες λέξεις
Χειραγωγία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: манипулатор, манипулаторната, на манипулатор, манипулатор на
Μεταφράσεις: манипулатор, манипулаторната, на манипулатор, манипулатор на