Χειροτερεύω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: χειροτερεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
повреждат, влошат, влоши, влошават, се влоши, да влоши
Χειροτερεύω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χειροτερεύω

χειροτερεύω συνώνυμα, χειροτερεύω συνώνυμο, χειροτερεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, χειροτερεύω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • χειροπέδη στα βουλγαρικά - белезници, окова, оковата, пречка, слагам белезници на
  • χειροτέρευση στα βουλγαρικά - влошаване, влошаването, влошаване на, разваляне, влошаване на качеството
  • χειροτονία στα βουλγαρικά - ръкополагане, координация, съгласуване, координацията, съгласувано
  • χειροτονώ στα βουλγαρικά - нареждам, ръкополага, отредиш, ръкоположи, заповядва хора
Τυχαίες λέξεις
Χειροτερεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: повреждат, влошат, влоши, влошават, се влоши, да влоши