Όρθιος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: όρθιος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изправено, изправен, изправено положение, в изправено положение, прав
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρθιος
όρθιος αργαλειός, κάθομαι όρθιος, όρθιος άνθρωπος, όρθιος διαδηλωτής, όρθιοσ και μόνοσ σαν και πρώτα περιμένω, όρθιος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, όρθιος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- όργιο στα βουλγαρικά - бунт, оргия, оргията, оргии
- όρεξη στα βουλγαρικά - апетит, апетита, на апетита, на апетит
- όριο στα βουλγαρικά - мажа, граница, лимит, ограничение, срок, граница на
- όρκος στα βουλγαρικά - клетва, клетвата, клетвена, под клетва
Τυχαίες λέξεις
Όρθιος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изправено, изправен, изправено положение, в изправено положение, прав
Μεταφράσεις: изправено, изправен, изправено положение, в изправено положение, прав