Ύφανση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ύφανση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тъкачество, тъкане, тъкането, тъкачна, изтъкаване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύφανση
ύφανση δούμας, ύφανση χαλιών, ύφανση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ύφανση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ύστατος στα βουλγαρικά - последен, краен, крайната, крайния, крайна
- ύφαλος στα βουλγαρικά - риф, Reef, рифове, рифа
- ύφασμα στα βουλγαρικά - текстил, кърпа, плат, тъкан, парче плат
- ύφεση στα βουλγαρικά - спад, рецесия, рецесията, криза
Τυχαίες λέξεις
Ύφανση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тъкачество, тъкане, тъкането, тъкачна, изтъкаване
Μεταφράσεις: тъкачество, тъкане, тъкането, тъкачна, изтъкаване