Αστυφύλακας στα γαλλικά

Μετάφραση: αστυφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agent, policier, gendarme, flic, agent de police, connétable, constable
Αστυφύλακας στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστυφύλακας

μυστικός αστυφύλακας, αστυφύλακας αυτοκτόνησε, αστυφύλακας μισθός, αστυφύλακας γιάννης βαρύς, αστυφύλακασ α υ, αστυφύλακας λεξικό γλώσσας γαλλικά, αστυφύλακας στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αστυνομεύω στα γαλλικά - police, la police, de police, Policing, maintien de l'ordre
  • αστυνόμος στα γαλλικά - agent, gendarme, policier, flic, maréchal, prévôt, Marshal, ...
  • αστός στα γαλλικά - citadin, bourgeois, compatriote, concitoyen, homme de la ville
  • ασυδοσία στα γαλλικά - dispense, résistance, rusticité, sûreté, exemption, impunité, immunité, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστυφύλακας στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: agent, policier, gendarme, flic, agent de police, connétable, constable