Διυλιστήριο στα γαλλικά

Μετάφραση: διυλιστήριο, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
raffinerie, raffinerie de, la raffinerie, raffinage, raffineries
Διυλιστήριο στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διυλιστήριο

διυλιστήριο νερού, διυλιστήριο ελευσίνας, διυλιστήριο θεσσαλονίκης, διυλιστήριο πετρελαίου, διυλιστήριο πάφου, διυλιστήριο λεξικό γλώσσας γαλλικά, διυλιστήριο στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • διστακτικός στα γαλλικά - indécis, chancelant, défiant, méfiant, ombrageux, hésitant, résistant, ...
  • διστακτικότητα στα γαλλικά - hésitation, barguignage, flottement, décélération, irrésolution, indécision, indétermination, ...
  • διφορούμενος στα γαλλικά - ambigu, évasif, fuyant, vague, équivoque, polysémique, confus, ...
  • διχάζω στα γαλλικά - divisons, divisez, diviser, fendre, répartissez, débiter, disperser, ...
Τυχαίες λέξεις
Διυλιστήριο στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: raffinerie, raffinerie de, la raffinerie, raffinage, raffineries