Ικανοποίηση στα γαλλικά
Μετάφραση: ικανοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aise, réparation, contentement, satisfaction, assouvissement, la satisfaction, de satisfaction, satisfaction de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικανοποίηση
ικανοποίηση συνώνυμα, ικανοποίηση ασθενών, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση εργαζομένων, ικανοποίηση από την εργασία, ικανοποίηση λεξικό γλώσσας γαλλικά, ικανοποίηση στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ιθύνω στα γαλλικά - sévir, statuer, empire, gouverner, suprématie, dominer, règne, ...
- ικανά στα γαλλικά - adroitement, habilement, capable, capables, susceptible, mesure, apte
- ικανοποιημένο στα γαλλικά - content, teneur, aise, capacité, satisfaire, satisfaction, volume, ...
- ικανοποιημένος στα γαλλικά - satisfait, argument, contenance, teneur, volume, content, satisfaction, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποίηση στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: aise, réparation, contentement, satisfaction, assouvissement, la satisfaction, de satisfaction, satisfaction de
Μεταφράσεις: aise, réparation, contentement, satisfaction, assouvissement, la satisfaction, de satisfaction, satisfaction de