Μπουκέτο στα γαλλικά
Μετάφραση: μπουκέτο, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
arôme, parfum, bouquet, bouquet de, nez, le bouquet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπουκέτο
μπουκέτο μπαλόνια πάτρα, μπουκέτο λουλούδια, μπουκέτο μπαλόνια θεσσαλονίκη, μπουκέτο μπαλόνια νέα ερυθραία, μπουκέτο με λουλούδια, μπουκέτο λεξικό γλώσσας γαλλικά, μπουκέτο στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- μπορώ στα γαλλικά - congédier, croupe, puissent, pouvoir, toilettes, peuvent, toilette, ...
- μπουκάλι στα γαλλικά - moufle, bouteille, fiole, flacon, bouteilles, la bouteille, bouteille de
- μπουκαπόρτα στα γαλλικά - hachurer, écluse, couver, portillon, éclosion, trappe, écoutille, ...
- μπουκιά στα γαλλικά - morceau, gorgée, bouchée, bouche pleine, bouchées
Τυχαίες λέξεις
Μπουκέτο στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: arôme, parfum, bouquet, bouquet de, nez, le bouquet
Μεταφράσεις: arôme, parfum, bouquet, bouquet de, nez, le bouquet