Ντροπαλότητα στα γαλλικά
Μετάφραση: ντροπαλότητα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
timidité, sauvagerie, pudeur, la timidité, de timidité, gêne
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλότητα
ντροπαλότητα αντιμετώπιση, ντροπαλότητα συνώνυμα, ντροπαλότητα λεξικό γλώσσας γαλλικά, ντροπαλότητα στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ντροπή στα γαλλικά - ignominie, disgrâce, opprobre, honte, déshonneur, pudeur, humilier, ...
- ντροπαλός στα γαλλικά - circonspect, jet, appréhensif, réservé, lancer, farouche, prudent, ...
- ντόμπρος στα γαλλικά - duperie, abrupt, rugueux, accore, loyal, sincère, raide, ...
- ντόπιος στα γαλλικά - natal, originaire, domestique, autochtone, natif, national, maternel, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλότητα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: timidité, sauvagerie, pudeur, la timidité, de timidité, gêne
Μεταφράσεις: timidité, sauvagerie, pudeur, la timidité, de timidité, gêne