Οντότητα στα γαλλικά
Μετάφραση: οντότητα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
existence, zinzin, sujet, unité, singularité, être, essence, entité, personne, l'entité, entités
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οντότητα
οντότητα συνώνυμα, σιωνιστική οντότητα, σκοτεινή οντότητα, νομική οντότητα, πολιτική οντότητα, οντότητα λεξικό γλώσσας γαλλικά, οντότητα στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ονομαστός στα γαλλικά - honorable, estimé, glorieux, célèbre, fameux, célèbres, fameuse, ...
- ονοματολογία στα γαλλικά - terminologie, nomenclature, la nomenclature, nomenclature de, nomenclature du
- οξείδιο στα γαλλικά - oxyde, l'oxyde, d'oxyde, oxyde de, de l'oxyde
- οξικός στα γαλλικά - acétique, acéteux, acétique à, acide acétique
Τυχαίες λέξεις
Οντότητα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: existence, zinzin, sujet, unité, singularité, être, essence, entité, personne, l'entité, entités
Μεταφράσεις: existence, zinzin, sujet, unité, singularité, être, essence, entité, personne, l'entité, entités