Σοκάκι στα γαλλικά

Μετάφραση: σοκάκι, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chemin, rue, allée, route, ruelle, voie, Backstreet, petite rue, de Backstreet, rue secondaire
Σοκάκι στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκάκι

σοκάκι συνώνυμα, γιαχνί σοκάκι, σοκάκι ναύπλιο, σοκάκι καρπενήσι, μακρύ σοκάκι, σοκάκι λεξικό γλώσσας γαλλικά, σοκάκι στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • σοδειά στα γαλλικά - récoltent, récolter, moissonner, culture, recueillir, produit, récoltez, ...
  • σοκ στα γαλλικά - séisme, commotion, choquent, choc, choquer, coup, saisissement, ...
  • σοκολάτα στα γαλλικά - chocolat, le chocolat, du chocolat, de chocolat, au chocolat
  • σολομός στα γαλλικά - saumon, saumons, le saumon, du saumon, saumon de
Τυχαίες λέξεις
Σοκάκι στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: chemin, rue, allée, route, ruelle, voie, Backstreet, petite rue, de Backstreet, rue secondaire