Τεχνητός στα γαλλικά

Μετάφραση: τεχνητός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
affecté, maniéré, artificiel, postiche, factice, artificielle, artificiels, artificielles, synthétique
Τεχνητός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τεχνητός

τεχνητός γρανίτης, τεχνητός χλοοτάπητας τιμές, τεχνητός βικιλεξικο, τεχνητός χλοοτάπητας, τεχνητός φράχτης φυλλωμάτων, τεχνητός λεξικό γλώσσας γαλλικά, τεχνητός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • τεφρώδης στα γαλλικά - cendré, cendrée, ashy, cendre, cendreux
  • τεχνίτης στα γαλλικά - commerçant, fournisseur, maître, madame, compagnon, commerçante, artiste, ...
  • τεχνικά στα γαλλικά - techniquement, technique, techniques, technique de
  • τεχνική στα γαλλικά - méthode, capacité, technique, habileté, procédé, adresse, la technique, ...
Τυχαίες λέξεις
Τεχνητός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: affecté, maniéré, artificiel, postiche, factice, artificielle, artificiels, artificielles, synthétique