Αεροπορία στα γερμανικά
Μετάφραση: αεροπορία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
luftfahrttechnik, flugsport, luftfahrt, fliegen, Luftfahrt, Luftverkehrs, Aviation, Luftverkehr
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αεροπορία
αεροπορία στρατού, αεροπορία στρατού στεφανοβίκειο, αεροπορία εισιτήρια, αεροπορία κύπρου, αεροπορία βαθμοί, αεροπορία λεξικό γλώσσας γερμανικά, αεροπορία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αεροπειρατεία στα γερμανικά - Entführung, Hijacking, Entführungen, Flugzeugentführung
- αεροπλάνο στα γερμανικά - flugzeug, Flugzeug, Ebene, dem Flugzeug
- αεροπόρος στα γερμανικά - flieger, Flieger, Aviator, Piloten, Fliegers
- αεροσκάφος στα γερμανικά - flugzeug, luftfahrzeug, fluggerät, flugsystem, flieger, Flugzeug, Flugzeuge, ...
Τυχαίες λέξεις
Αεροπορία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: luftfahrttechnik, flugsport, luftfahrt, fliegen, Luftfahrt, Luftverkehrs, Aviation, Luftverkehr
Μεταφράσεις: luftfahrttechnik, flugsport, luftfahrt, fliegen, Luftfahrt, Luftverkehrs, Aviation, Luftverkehr