Αντιδρώ στα γερμανικά
Μετάφραση: αντιδρώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
reagieren, reagiert, zu reagieren, Reaktion
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδρώ
αντιδρώ συνώνυμα, αντιδρώ συνώνυμο, αντιδρώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, αντιδρώ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αντιδιαστολή στα γερμανικά - nebeneinanderstellung, reihung, Gegensatz, Unterschied, Gegensatze, Satze
- αντιδραστήρας στα γερμανικά - reaktor, Reaktor, Reaktors
- αντιζηλία στα γερμανικά - wettstreit, rivalität, konkurrenzkampf, wetteifer, Rivalität, Konkurrenz, Rivalitäten, ...
- αντιθετικός στα γερμανικά - antithetisch, gegensätzlich, antithetischen, antithetische, gegensätzlichen
Τυχαίες λέξεις
Αντιδρώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: reagieren, reagiert, zu reagieren, Reaktion
Μεταφράσεις: reagieren, reagiert, zu reagieren, Reaktion