Αξιοπιστία στα γερμανικά
Μετάφραση: αξιοπιστία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zuverlässigkeit, ausfallsicherheit, betriebssicherheit, Zuverlässigkeit, Verlässlichkeit, Sicherheit, die Zuverlässigkeit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιοπιστία
αξιοπιστία ερωτηματολογίου, αξιοπιστία ποιοτικής έρευνας, αξιοπιστία των μμε, αξιοπιστία συνώνυμα, αξιοπιστία αυτοκινήτων, αξιοπιστία λεξικό γλώσσας γερμανικά, αξιοπιστία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αξιολύπητος στα γερμανικά - armselig, bedauernswert, dürftig, mitleidig, kläglich, beklagenswert, erbärmlich, ...
- αξιομνημόνευτος στα γερμανικά - denkwürdig, unvergesslich, unvergesslichen, denkwürdigen, unvergessliche
- αξιοποιώ στα γερμανικά - tat, heldentat, akt, ausnutzen, zurückfordern, zurückverlangen, wiedergewinnen, ...
- αξιοπρέπεια στα γερμανικά - erhabenheit, würde, Würde, die Würde, der Würde, Würde des
Τυχαίες λέξεις
Αξιοπιστία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zuverlässigkeit, ausfallsicherheit, betriebssicherheit, Zuverlässigkeit, Verlässlichkeit, Sicherheit, die Zuverlässigkeit
Μεταφράσεις: zuverlässigkeit, ausfallsicherheit, betriebssicherheit, Zuverlässigkeit, Verlässlichkeit, Sicherheit, die Zuverlässigkeit