Αποβλέπω στα γερμανικά

Μετάφραση: αποβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ziel, absicht, bestimmung, streben, Ziele, Zielsetzungen, Zielen, Ziel
Αποβλέπω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποβλέπω

αποβλέπω μετάφραση, αποβλέπω συνώνυμα, προβλέπω συνώνυμο, προβλέπω ετυμολογία, αποβλέπω λεξικό γλώσσας γερμανικά, αποβλέπω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αποβάλλω στα γερμανικά - verweisen, gartenschuppen, ausschließen, abtreiben, abbrechen, aufhören, vergießen, ...
  • αποβλάκωση στα γερμανικά - betäubung, Verblödung, Betäubung, Verblüffung, Bestürzung, stupefaction
  • αποβλακώνω στα γερμανικά - verblüffen, benommen machen, Stupor, Stupefy
  • αποβολή στα γερμανικά - vertreibung, fehlleitung, austreibung, ausweisung, fehlgeburt, Abtreibung, Abtreibungs, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποβλέπω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ziel, absicht, bestimmung, streben, Ziele, Zielsetzungen, Zielen, Ziel