Βαμβάκι στα γερμανικά
Μετάφραση: βαμβάκι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
baumwolle, garn, nähfaden, Baumwolle, Baumwoll, Baumwolle ist
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαμβάκι
βαμβάκι περκάλι, βαμβάκι χαλάνδρι, βαμβάκι στην ελιά, βαμβάκι τιμή, βαμβάκι 2012, βαμβάκι λεξικό γλώσσας γερμανικά, βαμβάκι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- βαλς στα γερμανικά - walzer, Walzer, Waltz, Walzers
- βαλτός στα γερμανικά - angestellt, vermietet, gemietet, mietete, Sumpf, Marsch, marsh, ...
- βαμβακερό στα γερμανικά - nähfaden, garn, baumwolle, Baumwolle, Baumwoll, Baumwolle ist
- βαμβακερός στα γερμανικά - baumwolle, garn, nähfaden, in, im, bei, in der, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαμβάκι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: baumwolle, garn, nähfaden, Baumwolle, Baumwoll, Baumwolle ist
Μεταφράσεις: baumwolle, garn, nähfaden, Baumwolle, Baumwoll, Baumwolle ist