Γλυπτό στα γερμανικά
Μετάφραση: γλυπτό, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
meißeln, skulptur, plastik, bildhauerei, Skulptur, Bildhauerei, Plastik, Skulpturen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλυπτό
γλυπτό δεθ, γλυπτό corten, γλυπτό δρομέας, γλυπτό πρωτοψάλτη, γλυπτό του ροντέν, γλυπτό λεξικό γλώσσας γερμανικά, γλυπτό στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- γλυκύτητα στα γερμανικά - duft, Süße, Süsse, Süßigkeit, Sße
- γλυπτική στα γερμανικά - plastik, skulptur, meißeln, bildhauerei, Skulptur, Bildhauerei, Plastik, ...
- γλωσσικός στα γερμανικά - sprachlich, linguistisch, sprachlichen, Sprach, sprachliche
- γλωσσολογία στα γερμανικά - sprachwissenschaft, linguistik, Sprachwissenschaft, Linguistik, Sprach
Τυχαίες λέξεις
Γλυπτό στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: meißeln, skulptur, plastik, bildhauerei, Skulptur, Bildhauerei, Plastik, Skulpturen
Μεταφράσεις: meißeln, skulptur, plastik, bildhauerei, Skulptur, Bildhauerei, Plastik, Skulpturen