Διασταύρωση στα γερμανικά

Μετάφραση: διασταύρωση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
straßenkreuzung, knotenpunkt, abzweig, verbindung, kreuzung, anschluss, verzweigungsstelle, Kreuzung, Verbindung, Anschlussstelle, Knotenpunkt, Verbindungsstelle
Διασταύρωση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταύρωση

διασταύρωση πεύκου, διασταύρωση ελέγχου, διασταύρωση αφμ, διασταύρωση αίματοσ, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λεξικό γλώσσας γερμανικά, διασταύρωση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • διαστέλλω στα γερμανικά - erweitern, dehnen, dilatieren, erweitern sich, weiten sich
  • διασταλτός στα γερμανικά - dilatable, dehnbare, dehnbar, dilatierbare, dilatierbaren
  • διαστολή στα γερμανικά - entwicklung, vergrößerung, erweiterung, ausdehnung, expansion, ausweitung, Erweiterung, ...
  • διαστρεβλώνω στα γερμανικά - schlammablagerung, kette, verzerrung, zettel, neigung, schlamm, kettenfäden, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασταύρωση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: straßenkreuzung, knotenpunkt, abzweig, verbindung, kreuzung, anschluss, verzweigungsstelle, Kreuzung, Verbindung, Anschlussstelle, Knotenpunkt, Verbindungsstelle