Διχασμός στα γερμανικά
Μετάφραση: διχασμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spaltung, division, trennung, teilung, abteilung, liga, segmentierung, sparte, Abteilung, Aufteilung, Division, Einteilung, Teilung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διχασμός
διχασμός 1965, διχασμός 1915, διχασμός και εξιλέωση περί πολιτικής ηθικής των ελλήνων, διχασμός μετάφραση, διχασμόσ και εξιλέωση, διχασμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, διχασμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- διφορούμενος στα γερμανικά - mehrdeutig, verschwommen, zweideutig, unklar, vieldeutig, eindeutig, mehrdeutigen
- διχάζω στα γερμανικά - teilung, teilen, isolieren, verteilen, trennen, wasserscheide, gabeln, ...
- διχοτομία στα γερμανικά - verteilen, spalt, verwerfung, knochenbruch, geteilt, bruch, fraktur, ...
- διχοτομώ στα γερμανικά - halbieren, bisect, halbiert, zu halbieren
Τυχαίες λέξεις
Διχασμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: spaltung, division, trennung, teilung, abteilung, liga, segmentierung, sparte, Abteilung, Aufteilung, Division, Einteilung, Teilung
Μεταφράσεις: spaltung, division, trennung, teilung, abteilung, liga, segmentierung, sparte, Abteilung, Aufteilung, Division, Einteilung, Teilung