Εγκυμοσύνη στα γερμανικά

Μετάφραση: εγκυμοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwangerschaft, Schwangerschaft, der Schwangerschaft, Schwangerschafts, Schwangerschaft zu, eine Schwangerschaft
Εγκυμοσύνη στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκυμοσύνη

εγκυμοσύνη 13η εβδομάδα, εγκυμοσύνη πρώτος μήνας, εγκυμοσύνη χωρίς συμπτώματα, εγκυμοσύνη ανα εβδομάδα, εγκυμοσύνη συμπτώματα, εγκυμοσύνη λεξικό γλώσσας γερμανικά, εγκυμοσύνη στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εγκρίνω στα γερμανικά - genehmigen, zustimmen, billigen, bewilligen, zu genehmigen
  • εγκρατής στα γερμανικά - mäßig, enthaltsam, gemäßigt, abstinent, abstinenten, Abstinenz, abstinente
  • εγκόσμιος στα γερμανικά - weltlich, irdisch, zeitlich, temporär, alltäglich, banal, profan, ...
  • εγχάραξη στα γερμανικά - aufschrift, inschrift, eintrag, Gravur, Gravieren, Stich
Τυχαίες λέξεις
Εγκυμοσύνη στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schwangerschaft, Schwangerschaft, der Schwangerschaft, Schwangerschafts, Schwangerschaft zu, eine Schwangerschaft