Εισβολέας στα γερμανικά

Μετάφραση: εισβολέας, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
angreifer, eindringling, Angreifer, Angreifers
Εισβολέας στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβολέας

εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας λεξικό γλώσσας γερμανικά, εισβολέας στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εισαγωγικός στα γερμανικά - einleitend, Einführungs-, Einführungs, einleitenden
  • εισβάλλω στα γερμανικά - einfallen, überfallen, einmarschieren, eindringen, einzudringen
  • εισβολή στα γερμανικά - einfall, invasion, eingriff, Invasion, Einmarsch, Eindringen
  • εισιτήριο στα γερμανικά - fahrkarte, zettel, fahrschein, eintrittskarte, karte, wahlliste, Ticket, ...
Τυχαίες λέξεις
Εισβολέας στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: angreifer, eindringling, Angreifer, Angreifers