Ενθάρρυνση στα γερμανικά

Μετάφραση: ενθάρρυνση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einsatz, ermutigung, ermunterung, aufmunterung, Ermutigung, Unterstützung, Förderung, Ermunterung, Aufmunterung
Ενθάρρυνση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενθάρρυνση

ενθάρρυνση συνώνυμα, ενθάρρυνση τουριστικών δραστηριοτήτων, ενθάρρυνση του παιδιού, ενθάρρυνση μαθητών, ενθάρρυνση λεξικό γλώσσας γερμανικά, ενθάρρυνση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ενεργός στα γερμανικά - wirksam, aktiv, rege, eingeschaltet, tätig, aktiven, aktive, ...
  • ενημέρωση στα γερμανικά - einweisung, Aktualisierung, Aktualisierungs, Aktualisieren, Update, die Aktualisierung
  • ενθαρρύνω στα γερμανικά - fördern, unterstützen, ermutigen, anregen, ermuntern, zu fördern
  • ενθουσιασμένος στα γερμανικά - begeistert, enthusiastisch, aufgeregt, erregt, angeregten
Τυχαίες λέξεις
Ενθάρρυνση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: einsatz, ermutigung, ermunterung, aufmunterung, Ermutigung, Unterstützung, Förderung, Ermunterung, Aufmunterung