Επίπλωση στα γερμανικά

Μετάφραση: επίπλωση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einrichtungsgegenstände, ausstattung, Einrichtung, Mobiliar, eingerichtet, Ausstattung, Möbeln
Επίπλωση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίπλωση

επιπλωση σπιτιού, επίπλωση γκαρσονιέρας, επίπλωση παιδικού δωματίου, επίπλωση κουζίνασ, επίπλωση φαρμακείου, επίπλωση λεξικό γλώσσας γερμανικά, επίπλωση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • επίπλευση στα γερμανικά - schwimmend, fließend, gleiten, Flotation, Börsengang, Gang, Schwimm, ...
  • επίπληξη στα γερμανικά - vorwurf, zurechtweisung, zankend, tadel, tadeln, scheltend, verweis, ...
  • επίπονος στα γερμανικά - marsch, mühsam, anstrengend, umständlich, mühselig, mühsame, mühsamen
  • επίπτωση στα γερμανικά - effekt, lösung, konsequenz, wirkung, folge, ergebnis, abprall, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίπλωση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: einrichtungsgegenstände, ausstattung, Einrichtung, Mobiliar, eingerichtet, Ausstattung, Möbeln