Επεκτατικός στα γερμανικά

Μετάφραση: επεκτατικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
großartig, expansiv, expansive, expansiven, weitläufigen, weiten
Επεκτατικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεκτατικός

επεκτατικός εθνικισμός, επεκτατικός συνώνυμα, επεκτατικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, επεκτατικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • επείγων στα γερμανικά - zwingend, vorrangig, dringend, vordringlich, dringlich, dringende, dringenden, ...
  • επεισόδιο στα γερμανικά - geschehnis, affäre, vorfall, ereignis, zwischenfall, episode, begebenheit, ...
  • επεκτείνω στα γερμανικά - erweitern, verlängern, reichen, ausdehnen, erstrecken sich
  • επεμβαίνω στα γερμανικά - intervenieren, einschreiten, einmischen, eingreifen, stören, beeinträchtigen, interferieren
Τυχαίες λέξεις
Επεκτατικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: großartig, expansiv, expansive, expansiven, weitläufigen, weiten