Επιφανειακός στα γερμανικά
Μετάφραση: επιφανειακός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
oberflächlich, Oberfläche, Fläche, Oberflächen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιφανειακός
επιφανειακός συνώνυμα, επιφανειακός λεξικό, επιφανειακός άνθρωπος, επιφανειακός συνώνυμο, επιφανειακός αγγλικά, επιφανειακός λεξικό γλώσσας γερμανικά, επιφανειακός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επιφανής στα γερμανικά - erhaben, illuster, klangvoll, berühmt, prominente, prominent, prominenten, ...
- επιφανειακά στα γερμανικά - oberflächlich, oberflächliche, Oberfläche, Fläche, Oberflächen
- επιφυλακτικά στα γερμανικά - vorsichtig, Vorsicht, behutsam, verhalten, vorsichtiger
- επιφυλακτικός στα γερμανικά - reserviert, bedacht, spröde, achtsam, belegt, verschlossen, gewarnt, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιφανειακός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: oberflächlich, Oberfläche, Fläche, Oberflächen
Μεταφράσεις: oberflächlich, Oberfläche, Fläche, Oberflächen