Ευρύχωρος στα γερμανικά

Μετάφραση: ευρύχωρος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geräumig, geräumigen, besonders, sind besonders, geräumige
Ευρύχωρος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευρύχωρος

ευρύχωρος συνώνυμα, ευρύχωρος λεξικό γλώσσας γερμανικά, ευρύχωρος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ευρετήριο στα γερμανικά - inhalt, verzeichnis, zeiger, zeigefinger, indizierte, hinweis, index, ...
  • ευρύς στα γερμανικά - breite, weit, unbestimmt, breit, enzyklopädisch, breiten, breites
  • ευσέβεια στα γερμανικά - pietät, frömmigkeit, Frömmigkeit, Pietät, Gläubigkeit
  • ευσεβής στα γερμανικά - andächtig, herzlich, fromm, frommen, fromme, frommer, frommes
Τυχαίες λέξεις
Ευρύχωρος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: geräumig, geräumigen, besonders, sind besonders, geräumige